top of page

Εργοστάσιο Β. Γεωργιάδη

 

Ακριβώς δίπλα στα καινούρια ΚΤΕΛ, επί της οδού Αρεθούσης, υπάρχει το κτήριο Γεωργιάδη, το οποίο στέγαζε από το 1921 το εργοστάσιο "Βασίλειος Γεωργιάδης Α.Ε".

Το 1921 

Ιδρυτής της εταιρείας ήταν ο Κυμαίος Β. Γεωργιάδης. Οι ιστορίες λένε ότι ο Κιαπέκος έφερε το Βασίλειο Γεωργιάδη από την Κύμη «δεμένο μέσα σ’ ένα τσουβάλι, για να μη δει το δρόμο και γυρίσει πίσω». Τα πρώτα χρόνια τον είχε λογιστή στην Εταιρεία "Κιαπέκος-Καράκωστας-Λινάρδος", αλλά γρήγορα ο δαιμόνιος εκείνος άνθρωπος με το επιχειρηματικό μυαλό, μπόρεσε να ξεκινήσει τη δική του δουλειά και πέτυχε να γίνει ο πλουσιότερος Χαλκιδέος. Ξυλεία, αποθήκες, αμπέλια, κτήματα, σπίτια, το ξενοδοχείο «Παλίρροια» ακόμα και τη δική του τράπεζα απέκτησε ο Γεωργιάδης που στάθηκε το μεγαλύτερο όνομα στον εμπορικό κόσμο της εποχής.

Το εργοστάσιο λειτουργούσε ως  ως Πυρηνελειουργείο και Σαπωνοποιείο.  Επεξεργαζόταν ετησίως 10.000 τόνους λιοκούκι, από το οποίο έφτιαχνε το πυρηνέλαιο, που ήταν η πρώτη ύλη για την παρασκευή 30.000 οκάδων πράσινου σαπουνιού με την ονομασία "ΠΑΛΙΡΡΟΙΑ". 

Ένα από τα είδη σαπουνιού, το λεγόμενο "σάνταλο", το χρησιμοποιούσαν πάνω στις χορδές του βιολιού για να γλιστράει το δοξάρι.

Εκτός από το πυρηνέλαιο και το σαπούνι, στο εργοστάσιο αυτό παραγόταν και η "πυρήνα" (τα  υπολείμματα από την παραγωγή του πυρηνέλαιου), την οποία χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι της Χαλκίδας ως καύσιμη ύλη  στα μαγγάλια για να ζεσταίνονται.

Το 1937 το ημερομίσθιο για έναν άντρα που εργαζόταν στου Γεωργιάδη ήταν 36 δραχμές, ενώ για μια γυναίκα 18 ως 20 δραχμές. Οι γυναίκες έκαναν τις ελαφριές δουλειές, όπως να βάζουν τα σαπούνια στα κασόνια, ενώ οι άντρες φρόντιζαν το ξεφόρτωμα της πυρήνας και γενικά τις μεταφορές.
Όταν πέθανε ο ιδρυτής, την επιχείρηση ανέλαβαν οι απόγονοί του.
Μετά τον πόλεμο του '40, η Κυβέρνηση είχε προγραμματίσει να δώσει δάνεια στους επιχειρηματίες για να τους βοηθήσει να οργανωθούν, έτσι ώστε η οικονομική ζωή της χώρας να ξαναβρεί το ρυθμό της. Οι απόγονοι του Γεωργιάδη δεν δέχτηκαν να πάρουν δάνειο. Θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να διεκδικήσουν τα χαμένα τους χρήματα από το Κράτος. Η ενέργεια αυτή αποδείχτηκε λανθασμένη, με αποτέλεσμα να  πτωχεύσουν.

Το 1962 το πήρε η Εθνική Τράπεζα, οπότε και σταμάτησε η λειτουργία του.

Το 1993, μετά από πυρκαγιά, το κτήριο έχασε τις στέγες του και παραμένουν μόνο οι υπέροχοι, πετρόκτιστοι τοίχοι του.

Σήμερα, μάρτυρας μιας άλλης εποχής, ανήκει στη Νομαρχία της Εύβοιας  και έχει αφεθεί αναξιοποίητο, στο πέρασμα του χρόνου.

 

(Πηγή:Από τα βιβλία "Μνήμες από παλιά επαγγέλματα και επιχειρήσεις της Χαλκίδας", Κ.Τζαβάρα και "Γειτονιές της Χαλκίδας", Κ. Λυμπέρη)

bottom of page